Τον Ιούνιο του 1941 ξεκίνησε η μεγάλη γερμανική επίθεση κατά της ΕΣΣΔ, η οποία σύντομα θα εξελισσόταν στη γνωστή τιτανομαχία που θα έκρινε τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σε όρους ψυχρής λογικής η γερμανική επίθεση ήταν «δικαιολογημένη», αφού έως τότε στην Ευρώπη δρούσαν δύο αναθεωρητικές δυνάμεις: στα κεντροδυτικά η ναζιστική Γερμανία και στα ανατολικά η σταλινική ΕΣΣΔ. Στο πλαίσιο του συμφώνου Ρίμπεντροφ Μολότωφ οι δύο χώρες στην αρχή του πολέμου μοιράστηκαν την Πολωνία, ενώ αργότερα, όταν η Γερμανία προήλαυνε στη Δύση, η ΕΣΣΔ εξαπέλυε την επίθεση της στην ηρωική Φινλανδία, έχοντας ήδη καταλάβει τις Βαλτικές χώρες. Με καθαρά ιστορική ματιά λοιπόν η σύγκρουση μεταξύ των δύο μεγάλων ηπειρωτικών δυνάμεων ήταν αναπόφευκτη. Από αυτή την άποψη, μπορεί να κατανοηθεί η σπουδή του Χίτλερ για αυτή την εκστρατεία, παρά το γεγονός ότι οι στρατηγοί του θεωρούσαν ότι η Γερμανία δεν ήταν επαρκώς προετοιμασμένη για μια τέτοια περιπέτεια.
Οι πρώτες γερμανικές νίκες και οι πρώτες δυσκολίες
Η Γερμανική επίθεση κατά της ΕΣΣΔ εξαπολύθηκε σε τρεις άξονες:
Στον Βορρά, η ομάδα στρατιών Βορρά, υπό τον στρατάρχη Φον Λέεμπ, είχε ως αποστολή την κατάκτηση των Βαλτικών χωρών και του Λένινγκραντ.
Στο Κέντρο, η ομάδα στρατιών Κέντρου, υπό τον στρατάρχη Φον Μποκ, είχε αντικειμενικό σκοπό την προώθηση στον άξονα Μπιαλιστόκ-Μινσκ-Σμολένσκ με τελικό στόχο την κατάληψη της Μόσχας.
Στον Νότο, η ομάδα στρατιών Νότου, υπό τον Φον Ρούντστεντ, είχε ως αντικειμενικό σκοπό την κατάληψη των ζωτικών οικονομικών περιοχών της Ουκρανίας με τελικό στόχο να φτάσει έως τον Βόλγα.
Στις πρώτες εβδομάδες του πολέμου, οι γερμανικές επιτυχίες ήταν τόσο εντυπωσιακές, ώστε τα αποτελέσματά τους να παρομοιάζονται με εκείνα ενός τακτικού πυρηνικού πλήγματος κατά του Κόκκινου Στρατού. Σύντομα όμως οι Γερμανοί άρχισαν να αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα: Οι αχανείς εκτάσεις της ΕΣΣΔ άρχισαν να «καταπίνουν» τα γερμανικά στρατεύματα, που δεν ήταν προετοιμασμένα και δεν ήταν μηχανοκίνητα όσο απαιτούσε μια τέτοια εκστρατεία. Παράλληλα, η βαθιά προέλαση του γερμανικού στρατού επιμήκυνε υπερβολικά τις γραμμές ανεφοδιασμού του, δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα, που με τη σειρά τους πολλαπλασιάζονταν από τη δράση ενός τεράστιου αριθμού Παρτιζάνων. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, οι Γερμανοί σύντομα θα μάθαιναν τί σήμαινε «Ρασπουτίτσα», δηλαδή οι εκτεταμένες βροχές του φθινοπώρου, οι οποίες θα μετέτρεπαν το πρωτόγονο οδικό δίκτυο της ΕΣΣΔ σε ένα δίκτυο από λασπότοπους, όπου θα κολλούσαν οχήματα, άνθρωποι και ζώα. Από την άλλη μεριά, ο Κόκκινος Στρατός, παρά τα τεράστια πλήγματα που είχε δεχθεί, έμοιαζε να είναι ανεξάντλητος, και πολύ σύντομα οι Γερμανοί θα διαπίστωναν με φρίκη ότι το μέγεθός του ήταν πολύ μεγαλύτερο από αυτό που αρχικά νόμιζαν. Παράλληλα το Κομμουνιστικό Κόμμα πέτυχε έναν άθλο: κατόρθωσε να μετακινήσει ανατολικά το σύνολο σχεδόν της σοβιετικής πολεμικής παραγωγής, την ίδια ώρα που τα σοβιετικά στρατεύματα περικυκλώνονταν και εμηδενίζονταν στις πεδιάδες της Ουκρανίας.
Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα η γερμανική επίθεση να χάσει σύντομα την ορμή της. Στον Βορρά οι γερμανικές δυνάμεις καθηλώθηκαν στο Λένινγκραντ, ενώ στον Νότο σταθεροποιήθηκαν στις θέσεις τους μετά τις μεγάλες τους επιτυχίες (κατάληψη Σεβαστούπολης και Κριμαίας). Στο Κέντρο, έχοντας χάσει πολύτιμο χρόνο, οι γερμανικές δυνάμεις έφτασαν το φθινόπωρο του 1941 στις πύλες της Μόσχας. Για κακή τους τύχη θα είχαν να αντιμετωπίσουν τον βαρύτερο χειμώνα των τελευταίων 50 ετών. Παρ’ όλα αυτά, η κύρια προσπάθεια θα έπρεπε να αναληφθεί σε αυτό τον τομέα, αφού η κατάληψη της Μόσχας, στην οποία οι Γερμανοί στρατηγοί έδιναν άμεση προτεραιότητα, θα αποτελούσε ένα άμεσο χτύπημα στο κέντρο βάρους του αντιπάλου.
Γερμανική ήττα στις πύλες Μόσχας: επιχείρηση «Τυφών»
Η μεγάλη γερμανική επίθεση κατά της Μόσχας ξεκίνησε το φθινόπωρο του 1941. Ο γερμανικός στρατός χωρίς να διαθέτει τον απαραίτητο εφοδιασμό, έπρεπε εκτός από τις σοβιετικές δυνάμεις να αντιμετωπίσει και τις πολικές θερμοκρασίες, οι οποίες έφταναν τους –38o βαθμούς! Από την άλλη πλευρά ο Στάλιν προ της ιδιαίτερα κρίσιμης κατάστασης που αντιμετώπιζε, έκανε την αποφαστική κίνηση: καλώντας από τα βάθη της Ανατολής τις σκληροτράχηλες και ιδιαίτερα προσαρμοσμένες στις χειμερινές συνθήκες σιβηριανές μεραρχίες υπό τον στρατάρχη Ζούκωφ, έριξε στον αγώνα τις δυνάμεις που θα άλλαζαν τη ροή των εξελίξεων. Σύντομα η γερμανική επίθεση εκφυλίστηκε και σε ολόκληρη την έκταση του κεντρικού μετώπου εξαπολύθηκε μια γιγαντιαία σοβιετική αντεπίθεση που έφερε τον γερμανικό στρατό στα πρόθυρα της διάλυσης. Η κατάσταση περισώθηκε – για πρώτη και για τελευταία φορά – χάρη στην εμμονή του Χίτλερ για πεισματική αντίσταση, την εμπειρία των Γερμανών στρατηγών και την απειρία των Σοβιετικών σε επιθετικές επιχειρήσεις μεγάλης κλίμακας. Παρά το γεγονός όμως ότι ο γερμανικός στρατός είχε τελικά διασωθεί, η αλήθεια ήταν μια: η επίθεση στη Μόσχα είχε αποτύχει και μαζί της είχε απωλεσθεί από γερμανικής πλευράς η πρωτοβουλία των κινήσεων.
Μια γερμανική προσπάθεια για νίκη: η «Κυανή επιχείρηση»
Μετά την ήττα στη Μόσχα, ο Χίτλερ είχε ήδη καταλάβει ότι δεν μπορούσε πια να κερδίσει τον πόλεμο. Στο εξής θα επεδίωκε να επιτύχει μια αποφασιστική νίκη, ώστε να υποχρεώσει τους Σοβιετικούς να έλθουν σε συμβιβασμό. Τον επόμενο χρόνο, ο Χίτλερ αναζήτησε αυτή την επιτυχία στον Νότο, θέτοντας έναν διπλό στόχο: την κατάληψη του Στάλινγκραντ και των ζωτικών πετρελαιοπηγών του Καυκάσου. Την κατάληψη της πόλης-σύμβολο που έφερε το όνομα του Ιωσήφ Στάλιν την ανέλαβε η Ομάδα Στρατιών Β΄με αιχμές την 6η Στρατιά, υπό τον στρατηγό Πάουλους, και την 4η Στρατιά Panzer (στρατηγός Χοτ). Την ίδια στιγμή η Ομάδα Στρατιών Α΄ θα προωθείτο βαθιά μέσα στον Καύκασο με αντικειμενικό σκοπό την κατάληψη των πετρελαιοπηγών του Μπακού.
Με το ξεκίνημα της επίθεσης στο Στάλινγκραντ (Σεπτέμβριος 1942) μαζικοί γερμανικοί βομβαρδισμοί μετέτρεψαν σχεδόν ολόκληρη την πόλη σε ερείπια. Σύντομα το Στάλινγκραντ είχε αποκλειστεί και μόνο από την ανατολική του πλευρά οι Σοβιετικοί μπορούσαν να μεταφέρουν ενισχύσεις μέσω του ποταμού Βόλγα. Αν και με δυσκολίες, οι Γερμανοί άρχιζαν να προωθούνται στο εσωτερικό της πόλης, καταλαμβάνοντάς την σταδιακά. Τα πράγματα όμως τώρα είχαν αλλάξει. Οι σοβιετικές δυνάμεις με την πλάτη στον Βόλγα δεν υποχωρούσαν πια, αλλά αμύνονταν πεισματικά. Η κατάληψη του Στάλινγκραντ μετατράπηκε σε ένα λουτρό αίματος, με δραματικές συνέπειες για τους Γερμανούς, οι οποίοι ούτε επαρκείς εφεδρείες διέθεταν, ούτε ήταν συνηθισμένοι σε έναν στατικό και αιματηρό αγώνα. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, όλες τους οι επιτυχίες είχαν βασισθεί σε ένα νέο είδος πολέμου που έδινε έμφαση στην ταχυκινησία, με την ευφάνταστη και τολμηρή αξιοποίηση των τεθωρακισμένων δυνάμεων (panzer), οι οποίες με τη βοήθεια του «ιπτάμενου πυροβολικού» των Ju87 Stukas διατρυπούσαν έναν τομέα των εχθρικών δυνάμεων και εν συνεχεία κύκλωναν και εκμηδένιζαν μεγάλα τμήματα τους. Τώρα οι Γερμανοί θα έπρεπε να δώσουν μάχη για να καταλάβουν κάθε τετράγωνο της πόλης, κάθε δρόμο και κάθε κτήριο, απέναντι σε μια σοβιετική ηγεσία που ήταν αποφασισμένη να θυσιάσει όσες δυνάμεις χρειαζόταν για να κρατήσει την πόλη.
Το Καζάνι (Kessel)
Μετά από τρεις μήνες αιματηρών μαχών οι Γερμανοί κατόρθωσαν να ελέγξουν το 90% του Στάλινγκραντ. Ενώ όμως οι κύριες δυνάμεις τους ήταν αγκιστρωμένες μέσα στην πόλη, οι Σοβιετικοί ετοίμαζαν μεθοδικά την απάντησή τους. Στις 19 Νοεμβρίου 1942 μεγάλες σοβιετικές δυνάμεις εξαπέλυσαν μια επίθεση γιγαντιαίας κλίμακας: σαρώνοντας τις ρουμανικές και ιταλικές μεραρχίες που φύλαγαν τα πλευρά των γερμανικών δυνάμεων που ήταν μέσα στο Σταλινγκραντ και στη συνέχεια εκτελώντας έναν ελιγμό διπλής λαβίδας περικύκλωσαν την πόλη. Αυτό που σύντομα οι Γερμανοί θα ονόμαζαν «Το καζάνι» (Kessel) ήταν γεγονός: Μέσα στο «Καζάνι» του Στάλινγκραντ είχαν εγκλωβιστεί δύο επίλεκτες γερμανικές στρατιές, δηλαδή 300.000 άνδρες με τον εξοπλισμό τους! Η μόνη ελπίδα που είχαν, ήταν να επιχειρήσουν μια δυναμική έξοδο σε εκείνες τις πρώτες ημέρες, προτού οι Σοβιετικοί σταθεροποιήσουν την περικύκλωσή τους. Όμως η εμμονή του Χίτλερ που δεν ήθελε να υποχωρήσει, παρουσιάζοντας μια αποτυχία στον γερμανικό λαό, η ευθυνοφοβία του Πάουλους που επέλεξε να συμμορφωθεί πλήρως στις εντολές του Φύρερ και ο στόμφος του Γκαίρινγκ που υποσχέθηκε μια αερογέφυρα ανεφοδιασμού των εγκλωβισμένων δυνάμεων δεν άφησαν περιθώρια ελιγμών. Σύντομα η αερογέφυρα ανεφοδιασμού της Λουφτβάφε αποδείχτηκε μια χίμαιρα. Το σοβιετικό αντιαεροπορικό πυροβολικό αποδεκάτισε τα πολύτιμα γερμανικά μεταγωγικά που μάταια προσπαθούσαν να ανεφοδιάσουν τις περικυκλωμένες γερμανικές δυνάμεις. Μεχρι τα τέλη Δεκεμβρίου ο εγκλωβισμός των γερμανικών δυνάμεων ήταν όχι μόνο απόλυτος, αλλά έπαιρνε πλέον τραγικές διαστάσεις. Καθώς τα πυρομαχικά και τα τρόφιμα λιγόστευαν, οι Γερμανοί στρατιώτες είχαν καταδικαστεί σε ένα μαρτύριο χωρίς ελπίδα μέσα στην καρδιά του ρωσικού χειμώνα.
Την ίδια στιγμή η Ομάδα Στρατιών Α΄ υποχρεωνόταν σε αναδίπλωση από τον Καύκασο, αφού είχε συναντήσει ανυπέρβλητα εμπόδια στην προέλασή της. Η κατάσταση δεν θα μπορούσε να είναι χειρότερη για την ανώτατη γερμανική στρατιωτική διοίκηση (OKW): μια δεύτερη σοβιετική επίθεση εκδηλωνόταν με σκοπό να αποκόψει την υποχώρηση και αυτών των γερμανικών δυνάμεων που επέστρεφαν από τον Καύκασο. Ολόκληρη η νότια πτέρυγα του μετώπου κινδύνευε με ολοκληρωτική κατάρρευση. Σε αυτές τις συνθήκες οι άνδρες της 6ης και της 4ης Στρατιάς που είχαν εγκλωβιστεί στο Στάλινγκραντ, έπρεπε να θυσιαστούν, κρατώντας όσο γινόταν περισσότερο, μέχρι οι υποχωρούσες γερμανικές δυνάμεις από τον Καύκασο να επιστρέψουν στις θέσεις τους.
Το μαρτύριο των Γερμανών στο Στάλινγκραντ κράτησε μέχρι τις 31 Ιανουαρίου του 1943, όταν πια έχοντας εξαντλήσει και τα τελευταία περιθώρια, ο στρατηγός Πάουλους παραδόθηκε με το επιτελείο του στους Σοβιετικούς. Μάταια την προηγουμένη ο Χίτλερ είχε προαγάγει τον Πάουλους σε στρατάρχη, με την ελπίδα ότι έτσι θα αυτοκτονούσε αντί να παραδοθεί. Την ίδια ώρα ξεκινούσε το μαρτύριο της αιχμαλωσίας για τους περίπου 90.000 Γερμανούς επιζήσαντες. Από αυτούς μόνο 5.000 περίπου θα επιβίωναν. Αυτή ήταν η δραματική κατάληξη της 6ης Στρατιάς που μόλις δύο χρόνια νωρίτερα παρήλαυνε υπερήφανη και νικηφόρα στους δρόμους του Παρισιού...
Οι συνέπειες της γερμανικής συντριβής στο Στάλινγκραντ
Η γερμανική ήττα στο Στάλινγκραντ αποτελεί σημείο καμπής για τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο. Από εκείνη τη στιγμή, οι Γερμανοί θα υποχρεώνονταν σε έναν υποχωρητικό αγώνα, και μόνο προσωρινά θα κατόρθωναν να σταθεροποιηθούν μετά τους αριστοτεχνικούς χειρισμούς του Μανστάιν στο Χάρκοβο (Άνοιξη 1943). Με την τελευταία γερμανική απόπειρα για μια νίκη στο Κούρσκ, η οποία κατέληξε σε μια ακόμη ήττα το καλοκαίρι του 1943, και με τους εντεινόμενους αγγλοαμερικανικούς βομβαρδισμούς που έφθειραν το γερμανικό βιομηχανικό δυναμικό, η κατάρρευση ήταν θέμα χρόνου. Θα συνέβαινε ένα χρόνο μετά, το 1944, και θα είχε ως αποτέλεσμα την προέλαση του Κόκκινου Στρατού μέχρι το Βερολίνο. Με την κατάληψη του τελευταίου, τον Μάιο του 1945, θα έκλεινε οριστικά ο κύκλος του «χιλιόχρονου» τρίτου Ράιχ…
Αναστάσιος Λαυρέντζος
Βιβλιογραφία:
- Ιστορία του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου, Ραιημόν Καρτιέ, Πάπυρος-Λαρούς, Paris Match
- Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, Αλάσταιρ Πάρκερ, Εκδ. Επιλογή
- Νίκαι απολεσθείσαι, Erich Von Manstein
- Στάλινγκραντ, Antony Beevor, Εκδ. Γκοβόστη